ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΠΙ ΥΠΟΘΕΣΕΩΣ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΜΑΣ : Καταχρηστική Άσκηση Αγωγής για Καταβολή Κοινοχρήστων – Αυτοψία Δικαστηρίου μετά την επ’ ακροατηρίω συζήτηση

  • Αρχική
  • Νομολογία
  • ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΠΙ ΥΠΟΘΕΣΕΩΣ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΜΑΣ : Καταχρηστική Άσκηση Αγωγής για Καταβολή Κοινοχρήστων – Αυτοψία Δικαστηρίου μετά την επ’ ακροατηρίω συζήτηση

ΑΡΙΘΜΟΣ 146/2018

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αγωγή Καταβολής Κοινοχρήστων Δαπανών

(591 και 614 αριθ. 2)

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Ειρηνοδίκη Αικατερίνη Ιατρίδου που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Ειρηνοδικείου και την Γραμματέα Δήμητρα Κάκαλη.

 

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 3 Απριλίου 2017 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

ΕΝΑΓΟΥΣΑ: …………….. κάτοικος Θεσσαλονίκης, µε την οποία παραστάθηκε ο πληρεξούσιος δικηγόρος ……………..

ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΙ:

  1. …………….. κάτοικος Θεσσαλονίκης, με την οποία παραστάθηκε ο πληρεξούσιος δικηγόρος ……………..
  2. ……………………… κάτοικος Θεσσαλονίκης, µε τον οποίο παραστάθηκε η πληρεξούσια δικηγόρος Δήμητρα Σκιώτη (Α.Μ.: 9816).

 

Η ενάγουσα ζητά να γίνει δεκτή η από …………….. και με αριθμό κατάθεσης ……………..  αγωγή της, καταβολής κοινοχρήστων δαπανών, που απευθύνεται στο Δικαστήριο αυτό, για όσους λόγους επικαλείται σ’ αυτή.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης που εκφωνήθηκε στη σειρά της από το οικείο πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν και προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά της δίκης και στις έγγραφες προτάσεις που νόμιμα κατέθεσαν.

Μετά το πέρας της συζήτησης στο ακροατήριο του, το Δικαστήριο θεώρησε αναγκαία την αντίληψη του αντικειμένου της απόδειξης µε τις δικές του αισθήσεις και διέταξε αυτεπαγγέλτως αυτοψία στο χώρο του επίδικου, µε προφορική ανακοίνωσή του που περιελήφθη στα πρακτικά της δίκης (359 παρ. 1 ΚΠολΔ) και που διεξήχθη κατά τα άρθρα 355 & 357 ΚΠολΔ, σύμφωνα µε όσα έχουν προαναφερθεί και περιληφθεί στα πρακτικά της δίκης καθώς και στην έκθεση που συντάχθηκε για την αυτοψία (αρ.360 ΚΠολΔ) και επισυνάφθηκε στα οικεία πρακτικά .

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

Από τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 παρ. 1, 3 παρ. 1, 5 εδ. α’, 7 παρ.1, 8 και 13 του ν. 3741/1929 «περί ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους», που διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα µε το άρθρο 54 του Εισαγωγικού Νόμου αυτού, συνάγεται ότι επί οριζόντιας ιδιοκτησίας ιδρύεται κυρίως µεν χωριστή κυριότητα σε όροφο οικοδομής ή διαμέρισμα ορόφου, παρεπομένως δε και αναγκαστική συγκυριότητα, που αποκτάται αυτοδικαίως, κατ’ ανάλογη μερίδα στα μέρη του όλου ακινήτου, που χρησιμεύουν σε κοινή απ’ όλους τους οροφοκτήτες χρήση. Μεταξύ των μερών αυτών περιλαμβάνονται, κατά ενδεικτική στις διατάξεις αυτές απαρίθμηση, το έδαφος, τα θεμέλια, οι πρωτότοιχοι, η στέγη, οι καπνοδόχοι, οι αυλές, τα φρεάτια ανελκυστήρων, οι εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης, το κλιμακοστάσιο. Εξάλλου,  κατά τη διάταξη του άρθρου 5 εδ. β’ και γ’ του ίδιου νόμου, κοινά βάρη, στα οποία υποχρεούνται να συνεισφέρουν όλοι οι συνιδιοκτήτες, θεωρούνται η συντήρηση και επισκευή των κοινών μερών του ακινήτου, που ανήκουν στην συγκυριότητα όλων. Ως συντήρηση θεωρείται η διατήρηση του πράγματος σε τέτοια κατάσταση, ώστε αυτό κάθε στιγμή να εκπληρώνει τον από την κατασκευή του προορισμό, ο οποίος ανταποκρίνεται στις ανάγκες της συνιδιοκτησίας.

Οι ανωτέρω δαπάνες, στις οποίες ο ιδιοκτήτης κάθε οριζόντιας ιδιοκτησίας είναι υποχρεωμένος να συμβάλλει, κατά το ποσοστό συμμετοχής της ιδιοκτησίας του σ’ αυτές, μπορούν να γίνουν από έναν ή περισσότερους συνιδιοκτήτες και χωρίς ακόμη απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, όταν είναι αναγκαίες για την διατήρηση της κοινής οικοδομής κατάλληλης προς εκπλήρωση του προορισμού της και προς αποτροπή άμεσου κινδύνου καταστροφής ή βλάβης των κοινών μερών και εγκαταστάσεών της (βλ. ΕφΑθ 1313/2007, ΕφΠατρ 247/2004). Η υποχρέωση κάθε συνιδιοκτήτη, για συνεισφορά στα κοινά βάρη είναι ανεξάρτητη από τη χρησιμοποίηση ή όχι του κοινού πράγματος από καθέναν από αυτούς (εκτός αντίθετης νόμιμης και έγκυρης συμβατικής δέσμευσης), διότι η υποχρέωση αυτή προέρχεται από τη συνιδιοκτησία του κοινού και μόνον από το γεγονός ότι το κοινό πράγμα χρησιμεύει, από τον προορισμό του, για την εξυπηρέτηση των συνιδιοκτητών, ανεξάρτητα εάν από λόγους υποκειμενικούς χρησιμοποιείται ή όχι αυτό από όλους ή μερικούς απ’ αυτούς (ΕφΘες 1909/2004).

Η αξίωση του συγκυρίου – κοινωνού κατά των λοιπών συγκυρίων         να απαιτήσει τις δαπάνες που κατέβαλε για το κοινό πράγμα, εφόσον αυτές έγιναν με τις προϋποθέσεις του άρθρου 788 παρ. 2 ΑΚ (επικείμενος κίνδυνος βλάβης του κοινού) θεμελιώνεται στις προαναφερθείσες διατάξεις της οροφοκτησίας και αυτές του άρθρου 794 ΑΚ, το οποίο εφαρμόζεται συμπληρωματικά στην οροφοκτησία (βλ. Π. Κωνσταντοπούλου, ό.π., σελ. 280, Καυκά Ενοχ. Δίκ., άρθρο 794 ΑΚ, ΕΦΑθ 7721/2006, ΕφΘες 1909/2004, Ι. Κατρά, Πανδέκτης Μισθώσεων και οροφοκτησίας, έκδοση ΣΤ, παρ. 278, σελ. 959 και την παρατιθέμενη ειδική βιβλιογραφία και νομολογία).

Τέλος, κατά το άρθρο 5 εδ. β’ και γ’ του ιδίου νόμου, κοινά βάρη, στα οποία υποχρεούνται να συνεισφέρουν όλοι οι συνιδιοκτήτες, θεωρούνται οι δαπάνες συντήρησης και λειτουργίας των κοινών μερών του ακινήτου (ΑΠ 1077/2001), στα οποία όμως, όπως έχει αναφερθεί, υπάρχει αναγκαστική συνιδιοκτησία μεταξύ των συνιδιοκτητών. Ως δαπάνη συντήρησης θεωρείται κάθε δαπάνη αναγκαία, κατά την κοινή πείρα, για την αποφυγή βλάβης ή χειροτέρευσης του πράγματος και διατήρησής του κατάλληλου για την εκπλήρωση του σκοπού του. Άλλωστε µε τη διάταξη του άρθρου 794 ΑΚ (το οποίο έχει επικουρική εφαρμογή εν προκειμένω), καθιερώνεται επί κοινωνίας, οι σχετικές της οποίας διατάξεις εφαρμόζονται και επί συγκυριότητας (1113 ΑΚ), δικαίωμα του κοινωνού για τα έξοδα της συντήρησης, της διοίκησης και της χρησιμοποίησης του κοινού που κατέβαλε, έναντι των λοιπών κοινωνών, εφόσον προς τούτο συντρέχουν οι προϋποθέσεις των ΑΚ 788 και 790, δηλαδή πρόκειται για δαπάνες που αποφασίστηκαν από το σύνολο ή από την πλειοψηφία των µερίδων των κοινωνών ή µε δικαστική απόφαση. Η δε από την ΑΚ 794 απορρέουσα ενοχή περιλαμβάνει: α) Τα έξοδα συντήρησης,  χωρίς ειδικότερο προσδιορισμών αυτών, καθόσον αυτά εντάσσονται στην ευρύτερη έννοια των εξόδων διοίκησης, β) Τα έξοδα διοίκησης, τέτοια νοούνται τα συνδεόμενα µε τη διοίκηση του κοινού και ειδικότερα τα απορρέοντα από τις ΑΚ 788-790, γ) Τα έξοδα χρησιμοποίησης, τα οποία ανάγονται, ως προαναφέρθηκε, στη χρησιμοποίηση από όλους τους κοινωνούς του κοινού πράγματος και όχι τα έξοδα της προσωπικής χρησιμοποίησης κάποιου από τους κοινωνούς, δ) Τα βάρη του κοινού πράγματος (φόροι, τέλη κ.λ.π.) και ε) Τους νόμιμους τόκους, που αναλογούν στο ποσό που δαπάνησε ο κοινωνός πέρα από την αναλογία του (501 ΑΚ), καθώς και την υποχρέωση αποζημίωσης, για την περίπτωση άρνησης καταβολής της αναλογίας (297 επ., 343 επ. ΑΚ), (βλ. Β.Α. Βαθρακοκοίλη, ΕρΝοµΑΚ, Τόμος Γ’, Ηµίτοµος Γ’, Ειδικό Ενοχικό, άρθρα 741 – 746, Αθήνα, 2006, σελ. 267).

Εάν κάποιος συνιδιοκτήτης δεν καταβάλει την αναλογία του στη κοινή δαπάνη, ο συνιδιοκτήτης που την πραγματοποίησε δικαιούται να στραφεί εναντίον του και να ζητήσει την επιδίκασή της σ’ αυτόν, µε βάση τις διατάξεις του ν. 3741/1929 και επικουρικά του αδικαιολόγητου πλουτισμού σύμφωνα και με όσα αναλυτικά έχουν προπαρατεθεί (βλ. 1909/2004 ΕφΘες, Νόµος)

Ακόλουθα, ελλείψει καταστατικού της οροφοκτησίας και ελλείψει συμφωνίας περί της αναλογίας συμμετοχής έκαστου ορόφου αυτής στις κοινόχρηστες και κοινόκτητες δαπάνες, η συμμετοχή των συγκυρίων στις ως άνω δαπάνες θα προκύψει από την αγοραστική αξία έκαστης αυτοτελούς οριζόντιας ιδιοκτησίας (βλ. ΕφΘρακ 61/2015). Ο προσδιορισμός των αξιών της οικοδομής γίνεται με βάση την κατασκευαστική αξία κάθε διαιρεμένης ιδιοκτησίας και τη μέση κατασκευή του οικοδομήματος, δηλαδή χωρίς να λαμβάνονται υπόψη σηµεία του κόστους κατασκευής που δεν είναι κοινά για όλες τις διαιρεμένες ιδιοκτησίες. Η αναλογία αυτή που καθορίζεται µε βάση την κατασκευαστική αξία της κάθε χωριστής ιδιοκτησίας είναι η αξία που τελικώς καταλήγει να είναι ανάλογη προς το εμβαδόν της κάθε χωριστής  ιδιοκτησίας (βλ. ΕφΘες 1909/2004 µε σημειώσεις Σ.Τ. – Γ. στον ΑΡΜΕΝΟΠΟΥΛΟ) και εφόσον δεν υπάρχουν κοινόχρηστες δαπάνες θέρμανσης ώστε να ληφθεί υπόψη ο ακριβής προσδιορισμός του όγκου κάθε διαμερίσματος (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη, ΕρΝοµΑΚ, Τόμος Δ’, Ημιτόμος Α’, Εμπράγματο Δίκαιο, άρθρα 947 επ., Αθήνα, 2007, σελ. 813).

Εν προκειμένω, µε την κρινόμενη αγωγή, το περιεχόμενο της οποίας εκτιμάται ανάλογα από το Δικαστήριο, η ενάγουσα, επικαρπώτρια ενός αυτοτελούς διαμερίσματος (κατοικίας), πρώτου ορόφου μίας πολυώροφης οικοδομή που βρίσκεται μέσα στην πόλη της Θεσσαλονίκης στη Δημοτική Ενότητα ………….., ζητά να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, συνιδιοκτήτες κατά ποσοστό 50%, ο καθένας έτερου διαμερίσματος του δευτέρου ορόφου της ίδιας ως άνω οικοδομής (πολυκατοικίας), µε απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή και για τους αναφερόμενους στο ιστορικό λόγους, να της καταβάλουν το ποσό των 764,98 € (επτακοσίων εξήντα τεσσάρων ευρώ και ενενήντα οκτώ λεπτών) έκαστος, και συνολικά δηλαδή, το ποσό των 1.529,96€ (χιλίων πεντακοσίων είκοσι εννέα ευρώ και ενενήντα έξι λεπτών), με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επίδοση της παρούσης και μέχρι την πλήρη εξόφληση.

Η αγωγή αρμοδίως (άρθρα 14 παρ. 1γ, 29 ΚΠολΔ) εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 591 και 614 αριθ. 2 ΚΠολΔ (των διαφορών από οριζόντια ή κάθετη ιδιοκτησία ανάμεσα στους ιδιοκτήτες των οριζοντίων ή καθέτων ιδιοκτησιών από τη σχέση της ιδιοκτησίας).

Η κρινόμενη αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη, πλην του κονδυλίου της ύψους 682,75 € (εξακοσίων ογδόντα δύο ευρώ και εβδομήντα πέντε λεπτών) που άφορα την «αποζημίωσή» της για την εβδομαδιαία προσφορά εργασίας τη ως «καθαρίστριας», που αντιστοιχεί στο 35,56% της συμμετοχής των εναγόμενων στις κοινόχρηστες δαπάνες βάσει του εμβαδού της κατοικίας –ποσό που έχουν εξοικονομήσει οι εναγόμενοι χάρη στην προσωπική εργασία που επί τετραετία έχει καταβάλλει. Ο υπολογισμός δε της 1 & 1/2 εργατοώρας την εβδομάδα ως «καθαρίστριας» του κοινόχρηστου κλιμακοστασίου της οικοδομής, µε αντίτιμο 40 € μηνιαίως ( 40 Χ 48 μήνες = 1.920€ ) για τα έτη 2012 έως 2015, δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένος και σαφής. Και τούτο επειδή µε το αγωγικό δικόγραφο δεν προσδιορίζεται µε ποιόν τρόπο προκύψει ακριβώς το ποσό αμοιβής των 10 ευρώ για την 1 & 1/2 εργατοώρα την εβδομάδα. Δηλαδή ποιός θα ήταν κατά τα χρονικά αυτά διαστήματα που αναφέρονται στην αγωγή ο ονομαστικός μισθός της καθαρίστριας, άλλως της αμοιβής του παρόχου υπηρεσιών, ώστε να υπολογίσει το Δικαστήριο την αληθή τιμή της εργατοώρας. Επίσης, ο αναφερόμενος στην αγωγή ως άνω υπολογισμός της ίδιας της ενάγουσας, χωρίς να αναφέρονται συγκριτικά στοιχεία για τις εν γένει αμοιβές καθαριστριών των κοινόχρηστων μερών των οικοδομών, αναλογικά µε το εμβαδόν των κοινοχρήστων προς καθαρισμό χώρων, χωρίς να αναφέρεται ακόμη στην αγωγή σε ποιες ακριβώς εργασίες προέβαινε η ενάγουσα, η αξία των καθαριστικών ειδών και των εν γένει αναλωσίμων – η αξία των οποίων αφαιρείται από το μισθό – κλπ., καθιστούν αόριστο το κονδύλιο που αφορά στη συγκεκριμένη κοινόχρηστη δαπάνη και υποχρέωση και την εκ του λόγου αυτού απαράδεκτη άσκησης της αγωγής ως προς το τμήμα της αυτό. Κατά τα λοιπά και το μέρος που η αγωγή κρίθηκε παραδεκτή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων που προαναφέρθηκαν εισαγωγικά και ειδικότερα των άρθρων 1, 2 παρ. 1, 3 παρ. 1, 5 εδ. α’, 7 παρ. 1, 8 και 13 του ν. 3741/1929 «περί ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους», που διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα με το άρθρο 54 του Εισαγωγικού Νόμου αυτού και 111 του ΑΚ, 113 Ν. 3741 /1929, χωρίς να είναι απαραίτητο να συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής και άλλων διατάξεων του κοινού δικαίου (κοινωνίας, εντολής, διοικήσεως αλλοτρίων, αδικαιολόγητου πλουτισμού), διότι οι διατάξεις αυτές (ιδίως των άρθρων 5 εδ. β’ και 3 του πιο πάνω νόμου) είναι ειδικές και κατισχύουν των διατάξεων του κοινού δικαίου, οι οποίες εφαρμόζονται, εάν συντρέχουν, μόνον επικουρικά και υπό την προϋπόθεση ότι δεν έρχονται σε αντίθεση µε τις διατάξεις του ν. 3741/1929. Επίσης, η αγωγή στηρίζεται και στις διατάξεις των άρθρων 794, 1002, 1117 ΑΚ, τα οποία εφαρμόζονται συμπληρωματικά στην οροφοκτησία, και των άρθρων 907, 908, 947 και 176 ΚΠολΔ, και πρέπει να κριθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι καταβλήθηκε το ανάλογο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. τα υπ’ αριθμ. 722484 και 40102 αγωγόσημα).

Πρέπει συνεπώς να ερευνηθεί περαιτέρω η κρινόμενη αγωγή και ως προς την ουσιαστική βασιμότητα, συνεξεταζομένων των ισχυρισμών και ενστάσεων που προέβαλαν νόμιμα οι εναγόμενοι και που αφορούν το ουσιαστικό μέρος της υπόθεσης, και ειδικά της ένστασης καταχρηστικής άσκησης του σχετικού δικαιώματος της ενάγουσας, αναφέροντας συγκεκριμένα περιστατικά και δη ότι ενάγουσα τουλάχιστον κατά το επίδικο χρονικό διάστημα (2012-2016) έχει καταλάβει όλους τους κοινόχρηστους χώρους της οικοδομής (τις σκάλες, τους χώρους κάτω από τις σκάλες, την ταράτσα, τους κοινόχρηστους διαδρόμους, τον ημιώροφο κλπ) για ίδια χρήση, τοποθετώντας αντικείμενα ιδιοκτησίας της, ενώ μάλιστα χρησιμοποιεί και την παροχή κοινόχρηστου ρεύματος για να συνδέει ηλεκτρικές συσκευές ιδιοκτησίας της, ώστε να επαυξάνεται η κατανάλωση κοινόχρηστου ηλεκτρικού ρεύματος. Ότι τόσο ο ανελκυστήρας όσο και οι κοινόχρηστοι λαμπτήρες όλα αυτά τα χρόνια δεν λειτουργούσαν για τον 2ο όροφο της οικοδομής (ο ανελκυστήρας ήταν κλειδωμένος και οι λάμπες είχαν αφαιρεθεί). Ζήτησαν δε αμφότεροι με το αιτητικό των νομότυπα κατατεθέντων προτάσεών τους, την παραδοχή αυτών και την απόρριψη της ένδικης αγωγής.

Από τις διατάξεις των άρθρων 262 παρ. 1 και 269 παρ. 2 περ. α’ ΚΠολΔ, σε συνδυασμό προς την διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, συνάγεται ότι για την πληρότητα της ένστασης που έχει έρεισμα την τελευταία, εντεύθεν δε για το παραδεκτό αυτής, πρέπει αφενός να προταθούν πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την κατάχρηση και να γίνει επίκληση της κατάχρησης που προκύπτει από τα περιστατικά αυτά, και αφετέρου να διατυπώνεται και αίτημα απόρριψης της αγωγής για την αιτία αυτή (ΟλΑΠ 472/1983, ΑΠ 65/2005). Το αίτημα αυτό είναι δυνατόν να καλυφθεί από το περιεχόμενο, κατά κανόνα στην κατακλείδα των προτάσεων, γενικό αίτημα του εναγομένου για αποδοχή όλων των ισχυρισμών του και την απόρριψη της αγωγής (ΑΠ 496/2007). Με τον τρόπο αυτό, η ως άνω εκ του άρθρου 281 ΑΚ ένσταση των εναγομένων περιέχει όλα τα κατά νόμο στοιχεία για το ορισμένο της προβολής της, στηριζομένη στις διατάξεις των παραγράφων α’ & γ’ του αρ. 5 του ν. 3741/1929 , πρέπει δε να εξεταστεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του οικείου δικαστηρίου και περιέχονται στα πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεως αυτού, ταυτάριθμα µε την εκκαλούμενη απόφαση, όλα τα έγγραφα που προσκομίζονται νόμιμα µε επίκληση από τους διαδίκους, από τις φωτογραφίες που προσκόμισε η πρώτη εναγόμενη στο ακροατήριο, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητήθηκε, απ’ όσα οι διάδικοι µε τις προτάσεις τους εκθέτουν και αποδέχονται (ΚΠολΔ 261) και τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο (ΚΠολΔ 336 παρ. 4) σε συνδυασμό µε την έκθεση αυτοψίας η όποια διατάχθηκε και πραγματοποιήθηκε στο χώρο του επιδίκου ακινήτου επί της οδού …………, μετά το πέρας της ακροαματικής διαδικασίας από την ίδια σύνθεση του Δικαστηρίου, σύμφωνα με τα άρθρα 355 & 357 ΚΠολΔ , αποδείχθηκαν τα εξής:

Η ενάγουσα είναι ιδιοκτήτρια (επικαρπώτρια) οριζόντιας ιδιοκτησίας (διαμερίσματος του 1ου ορόφου) στην επίδικη οικοδομή που είναι τριώροφη, βρίσκεται στη Δημοτική Ενότητα ……….., της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης, επί της διασταυρώσεως των οδών ………… Είναι κτισμένη µε άδεια του έτους ………, ήτοι είναι κτίσμα ηλικίας μεγαλύτερης των 30 ετών και φέρει σήμερα ΚΑΕΚ ………… Η  οικοδομή αυτή έχει υπαχθεί στο ν. 3741/1928, αλλά στερείται κανονισμού διοικήσεως της, καθώς αποτελεί «οικογενειακή πολυκατοικία», αφού όλοι οι συνιδιοκτήτες είναι συγγενείς μεταξύ τους, β’ και γ’ βαθμού εξ αίματος κι εξ αγχιστείας σε πλάγια γραμμή. Λόγω µη υπάρξεως κανονισμού, η υποχρέωση συνεισφοράς στα κοινά βάρη κάθε χωριστής ιδιοκτησίας είναι ανάλογη µε την κατασκευαστική αξία της και εφόσον ο όγκος ανά τµ. κάθε οριζόντιας ιδιοκτησίας είναι ο ίδιος, καταλήγει να είναι ανάλογη µε το εμβαδόν κάθε διηρημένης ιδιοκτησίας (βλ. ΑΠ 731/91), σύμφωνα και µε όσα έχουν αναλυθεί εισαγωγικά.

Σύμφωνα µε όλα τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα, το ισόγειο καταλαμβάνεται από δυο καταστήματα και µε πρόσοψη την οδό …………… και ένα μικρό προαύλιο χώρο δίπλα στην είσοδο µε πρόσοψη την οδό ………….., το οποίο οδηγεί σε υπόγειο γκαράζ. Η οικοδομή διαθέτει τρία αυτόνομα και διηρημένα όροφο – διαμερίσματα, και άνωθεν αυτών δώμα (ταράτσα). Τα διαμερίσματα καταλαμβάνουν ολόκληρο τον εκάστοτε όροφο, πλην του χώρου που καταλαμβάνουν οι κοινόχρηστοι χώροι. Στο όροφο – διαμέρισμα του πρώτου ορόφου, του οποίου επικαρπώτρια σε ποσοστό 100% είναι η ενάγουσα, εμβαδού μικτού μετά των κοινοχρήστων 139,04 τ.μ., μετά του αναλογούντος σε αυτό ποσοστό εξ αδιαιρέτου επί του όλου ως άνω οικοπέδου της οικοδομής και των λοιπών κοινόκτητων και κοινόχρηστων μερών, χώρων, πραγμάτων και εγκαταστάσεων της οικοδομής 27%, διαμένει η ίδια η ενάγουσα. Στο όροφο – διαμέρισμα του δευτέρου ορόφου, του οποίου τυγχάνουν συγκύριοι οι εναγόμενοι σε ποσοστό 50% ο καθένας κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή, εμβαδού μετά της αναλογίας δε των κοινοχρήστων 116,79 τ.μ., μετά του αναλογούντος σε αυτό ποσοστό εξ αδιαιρέτου επί του όλου ως άνω οικοπέδου της οικοδομής και των λοιπών κοινοκτήτων και κοινοχρήστων μερών, χώρων, πραγμάτων και εγκαταστάσεων της οικοδομής 20 %, διαμένει η ίδια πρώτη εναγόμενη, ενώ ο εν διαστάσει σύζυγος της έπαψε να διαμένει στη διεύθυνση αυτή ήδη από το καλοκαίρι του έτους ……., δηλαδή από τότε που βρίσκονται σε διάσταση. Τέλος, στο όροφο – διαμέρισμα του τρίτου ορόφου τυγχάνει κύριος ο γιος της ενάγουσας, κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή ποσοστού 100%, εμβαδού μικτού μετά των κοινοχρήστων 72,57 τ.μ., στο οποίο αντιστοιχεί και αναλογεί ποσοστό εξ αδιαιρέτου επί του όλου οικοπέδου και των λοιπών κατά νόμο κοινοχρήστων και κοινοκτήτων χώρων της όλης οικοδομής 14,14 % όπου και διαμένει ο ίδιος με την οικογένειά του. Η οικοδομή διαθέτει ανελκυστήρα και κοινόχρηστη παροχή ρεύματος με αριθμό παροχής ……… Τούτα (ο ανελκυστήρας και το κοινόχρηστο ρολόι κοινοχρήστων μερών) υπάρχουν προς εξυπηρέτηση των ενοίκων των διαμερισμάτων των τριών κυρίων τυπικών ορόφων της οικοδομής, καθώς αυτά μόνον εξυπηρετούνται από τον ανελκυστήρα εντός της οικοδομής και από το κοινόχρηστο ρεύμα που καταναλώνεται για τη χρήση του και τον φωτισμό των διαδρόμων και των κλιμάκων κάθε ορόφου. Τα δύο ισόγεια καταστήματα, όπως και το υπόγειο, έχουν ξεχωριστές εισόδους και δεν έχουν πρόσβαση στο εσωτερικό της οικοδομής όπου βρίσκεται ο ανελκυστήρας και καταναλώνεται το κοινόχρηστο ηλεκτρικό ρεύμα. Συνεπώς, τα ως άνω ακίνητα δεν οφείλουν να συμμετέχουν στις ως άνω αναφερόμενες δαπάνες. Τα έξοδα δε για τους λογαριασμούς κοινόχρηστου ρεύματος και συντήρησης ανελκυστήρα βαρύνουν επομένως μόνον τους ιδιοκτήτες των τριών κυρίων τυπικών ορόφων της οικοδομής, καθώς αυτά μόνον εξυπηρετούνται από τον ανελκυστήρα εντός της οικοδομής και από το κοινόχρηστο ρεύμα που καταναλώνεται για τη χρήση του και τον φωτισμό των διαδρόμων και των κλιμάκων κάθε ορόφου. Με βάση τα προαναφερόμενα εισαγωγικά και από τον νόμο οριζόμενα, και λαμβανομένου υπόψη αφενός ότι στην προκειμένη περίπτωση τα διαμερίσματα είναι ισοϋψή, αφετέρου δε ότι δεν υπάρχουν κοινόχρηστες δαπάνες θέρμανσης, ώστε να ληφθεί υπόψη ο ακριβής προσδιορισμός του όγκου κάθε διαμερίσματος (βλ. Β.Α. Βαθρακοκοίλη, ΕρμΝομΑΚ, τόμος Δ’, Ημίτομος Α’, Εμπράγματο Δίκαιο, άρθρα 947 – Αθήνα, 2007, σελ. 813), το ποσοστό συμμετοχής με βάση την αξία του ακινήτου θα σχηματιστεί με βάση το λόγο του μικτού εμβαδού της κάθε οριζόντιας ιδιοκτησίας προς το σύνολο του μικτού εμβαδού των τριών βαρυνόμενων διαμερισμάτων και δη η συμμετοχή των εναγομένων στην συνιδιοκτησία διαμορφώνεται ως εξής: 116,79 / 328,40 Χ 100 = 35,56%

Όπως σαφώς διαπίστωσε και με τις ίδιες αισθήσεις του το Δικαστήριο εισερχόμενο στην οικοδομή, οι κοινόχρηστοι χώροι δεν διαθέτουν ηλεκτρικό ρεύμα (είναι κομμένο). Ο φωτισμός στη σκάλα γίνεται με μικρά φωτάκια μπαταρίας και φυσικά ο ανελκυστήρας δεν λειτουργεί. Το Δικαστήριο διαπίστωσε επίσης ότι ο ανελκυστήρας διαθέτει και κλειδαριά. Ακόμα, διαπίστωσε ότι όλοι οι κοινόχρηστοι χώροι του κλιμακοστασίου είναι έμφορτοι με διάφορα αντικείμενα, παλιά έπιπλα, χαρτόκουτα, ναϊλονοσακούλες γεμάτες διάφορα αντικείμενα, παλαιά ηλεκτρικά είδη και συσκευές, παλαιές τσάντες και άλλα αντικείμενα, ώστε τούτος ο χώρος να παραπέμπει σε σκουπιδότοπο και όχι σε είσοδο και κλιμακοστάσιο οικοδομής. Ακόμη, στην οικοδομή είναι εμφανές ότι για πολλούς μήνες καμία απολύτως συντήρηση ή καθαριότητα δεν έχει γίνει ειδικά στην είσοδο της οικοδομής και στους κοινόχρηστους χώρους.

Ειδικότερα, κατά την είσοδό του το Δικαστήριο στο εσωτερικό της οικοδομής διαπίστωσε ότι κάτω από τον κοινόχρηστο χώρο του κλιμακοστασίου υπάρχουν πεταμένα διάφορα αντικείμενα, ώστε τούτος να παραπέμπει σε σκουπιδότοπο. Ακόμη, βρίσκεται σε κοινή θέα και η εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης. Το ίδιο συμβαίνει και με τις σκάλες που οδηγούν από το ισόγειο στον ημιώροφο. Στο πλατύσκαλο, καθώς και στον ημιώροφο κοινόχρηστο χώρο υπάρχουν στοιβαγμένα παλιά έπιπλα και διάφορα αντικείμενα πεταμένα το ένα πάνω στο άλλο που παρεμποδίζουν την ομαλή πρόσβαση και κοινή χρήση λόγω της ακαταστασίας. Η σκόνη είναι εμφανής παντού, η δε κατάσταση αυτή δηλώνει ότι η οικοδομή δεν έχει καθαριστεί για μήνες. Στο σημείο αυτό της πολυκατοικίας (ημιώροφο) υπάρχουν δύο κοινόχρηστες αποθήκες, που είναι γεμάτες µε διάφορα αντικείμενα. Ειδικά στους χώρους αυτούς, μεταξύ των άλλων, υπάρχει ένας μεγάλος καταψύκτης, μια ηλεκτρική κουζίνα κι ένα χαμηλό ψυγείο. Στον πρώτο όροφο υπάρχει µια ντουλάπα και διάφορα άλλα αντικείμενα γύρω στο πάτωμα και τους τοίχους. Στις σκάλες που οδηγούν από τον πρώτο στον δεύτερο όροφο, υπάρχουν διάφορα αντικείμενα στα πλαϊνά της σκάλας. Στον δεύτερο όροφο υπάρχει µια ντουλάπα και διάφορα διακοσμητικά αντικείμενα στους τοίχους. Στον τρίτο όροφο δεν υπάρχουν πολλά αντικείμενα. Ο δεύτερος και τρίτος όροφος, και ειδικά στις εισόδους των διαμερισμάτων, είναι περισσότερο φροντισμένοι. Όμως, το κλιμακοστάσιο και μετά το τέλος του τρίτου ορόφου παρουσιάζει τη ίδια κατάσταση µε αυτή του ημιώροφου κοινόχρηστου χώρου και είναι γεμάτος µε αντικείμενα. Ειδικά ο χώρος της μηχανής του κλιμακοστασίου, αλλά και οι σκάλες που οδηγούν στην ταράτσα είναι γεμάτοι διαφορά αντικείμενα, χαρτόκουτα, παλιές τσάντες, η δε πρόσβαση στην ταράτσα καθίσταται αδύνατη. Η προπεριγραφόμενη κατάσταση της οικοδομής στους κοινοχρήστους χώρους, όπου δεν υπάρχει ελεύθερος χώρος και πρόσβαση, για να μπορεί κάποιος να σκουπίσει και να σφουγγαρίσει, καθιστά αδύνατη την πρόληψη συνεργείου καθαρισμού.

Από τις διαπιστώσεις αυτές του Δικαστηρίου σε συνδυασμό και με τα άλλα προαναφερθέντα αποδεικτικά μέσα (και ειδικά από τις φωτογραφίες του έτους 2008), συνάγεται ότι η «κατάληψη» αυτή των κοινοχρήστων χώρων της οικοδομής υφίσταται εδώ και µια δεκαετία τουλάχιστον. Όπως προέκυψε δε, τα προαναφερθέντα αντικείμενα έχουν τοποθετεί από την ιδία την ενάγουσα. Ειδικότερα, στην είσοδο της οικοδομής κάτω από την σκάλα, ήτοι σε κοινόχρηστο χώρο, η ενάγουσα έχει εγκαταστήσει εδώ και πάρα πολλά χρόνια καυστήρα πετρελαίου για την θέρμανση του διαμερίσματος της και του γιού της στον ημιώροφο, ομοίως εδώ και πάρα πολλά χρόνια κατέλαβε την κοινόχρηστη αποθήκη και τοποθέτησε καταψύκτη, ψυγείο κι ηλεκτρική κουζίνα, συσκευές οι οποίες λειτουργούσαν µε το κοινόχρηστο ρεύμα, και σε όλους τους λοιπούς ως άνω κοινόχρηστους χώρους έχει τοποθετήσει αμέτρητα έπιπλα και αντικείμενα από το 2008 μέχρι 2010 (βλ. φωτογραφίες, κάποιες εκ των οποίων είναι παλαιότερες µε ημερομηνία 2008 και οι λοιπές της 21.11.2016, που προσκομίζονται µε επίκληση από την πρώτη εναγομένη).

Επίσης, η ενάγουσα έχει αποδεχτεί ότι για λόγους αντιδικίας µε την πρώτη εναγομένη (αδελφή της) και όσο υπήρχε ακόμη παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, κατέστρεφε συνεχώς τον λαμπτήρα του 2ου  ορόφου µε αποτέλεσμα να επικρατεί σκοτάδι στον όροφο αυτό και η πρόσβαση στο διαμέρισμα των εναγομένων να είναι αδύνατη, ειδικά τη νύχτα, χωρίς τη χρήση φακού. Επίσης, έχει αποδειχθεί ότι από το έτος 2011 έχει καταργήσει εξ ολοκλήρου τους κοινόχρηστους λαμπτήρες της οικοδομής και εγκατέστησε στους χώρους που κάνει η ίδια χρήση και την αφορούν φωτισμό που ανάβει τη νύχτα (εκτάκτου ανάγκης) ίσως με μπαταρίες. Επίσης, εδώ και χρόνια η ενάγουσα έχει τοποθετήσει κλειδαριά στο κοινόχρηστο ασανσέρ της οικοδομής, αποκλείοντας τους εναγόμενους, καθώς και τους τυχόν επισκέπτες τους από τη χρήση του ανελκυστήρα. Αποδείχτηκε δε ότι χρησιμοποιούσε, αλλά και ότι έχει την δυνατότητα να χρησιμοποιεί (μετά την τυχόν επανασύνδεση του ηλεκτρικού ρεύματος) µόνο η ίδια τον ανελκυστήρα αποκλειστικά, στερεί δε την δυνατότητα ελεύθερης και απρόσκοπτης πρόσβασης των εναγομένων στο διαμέρισμα τους με τη χρήση του ανελκυστήρα.

Σύμφωνα µε όλα τα άνω αποδειχθέντα, πρέπει να γίνει δεκτή η ως άνω εκ του άρθρου 281 ΑΚ ένσταση των εναγομένων, που στηρίζεται στη διάταξη της παραγράφου γ’ του αρ 5 του ν. 3741/1929, που ορίζει ότι ο κάθε συνιδιοκτήτης υποχρεούται να συνεισφέρει στις κοινές δαπάνες εφόσον αυτές είναι αναγκαίες και συνδέονται άμεσα µε την υπάρχουσα ανάγκη για την πλήρη και απρόσκοπτη λειτουργία της οικοδομής, σύμφωνα με τον προορισμό του και που ανταποκρίνονται στο κοινό συμφέρον όλων των συνιδιοκτητών και δεν έχουν πολυτελή ή επωφελή χαρακτήρα ούτε είναι δυσανάλογα επαχθείς. Επίσης, τέτοιες δαπάνες είναι και εκείνες που γίνονται στην πολυκατοικία και αφορούν στην απρόσκοπτη λειτουργία των κοινών μερών και εγκαταστάσεών της.

Ακόμη, κατά την παρ. α’ του αυτού ως άνω άρθρου και νόμου ορίζεται επί λέξει: «α) Έκαστος των συνιδιοκτητών δικαιούται να ποιείται απόλυτον χρήσιν των κοινών πραγμάτων, και να προβαίνει εις την επισκευήν και ανανέωσιν αυτών, υπό τον όρον να µη βλάπτει τα δικαιώματα των λοιπών συνιδιοκτητών μηδέ να μεταβάλλει τον συνήθη προορισμόν αυτών.»

Από το σύνολο, όμως, των ανωτέρω εκτεθέντων, τα προσαχθέντα σχετικά αποδεικτικά έγγραφα αλλά και τις καταθέσεις των μαρτύρων προέκυψε αδιαμφισβήτητα ότι καμία απολύτως απόλυτο χρήση των κοινών πραγμάτων και μερών της οικοδομής επί σειρά ετών δεν είχαν ούτε έχουν οι εναγόμενοι, καθότι η ενάγουσα τους έχει αποκλείσει βίαια από αυτές και κατέστησε µε αποκλειστική της υπαιτιότητα και ευθύνη την λειτουργία των κοινόχρηστων χωρών της οικοδομής δυσχερή έως αδύνατη στους εναγομένους, µε την εναπόθεση δε των ογκωδέστατων προσωπικών της αντικειμένων στους κοινόχρηστους χώρους έχει μεταβάλλει τον συνήθη προορισμό αυτών. Η δε χρέωση των εναγομένων για μη κοινές και αναγκαίες δαπάνες που έγιναν προς όφελος και μόνον της εναγομένης που σφράγισε τη χρήση του ασανσέρ µε κλειδαριά και το κατέστησε επωφελώς και αποκλειστικά για δική της και των οικείων της χρήση και µόνο, κατέλαβε σχεδόν όλους τους κοινόχρηστους χώρους της οικοδομής (90%) και έκανε χρήση κοινόχρηστης παροχής ηλεκτρικού ρεύματος για τις προσωπικές της ανάγκες της, είναι άκρως καταχρηστική.

Επομένως, είναι µη νόμιμη ως άνω (παρ. α’ και γ’ του αρ. 5 του ν. 3741/1929) και καταχρηστική (281ΑΚ) η άσκηση της αγωγής αυτής, ως αντίθετης µε τα χρηστά ήθη, αλλά και τις συναλλακτικές συνήθειες.

Κατά συνέπεια, πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αγωγή και όλα τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων κατά το άρθρο 179 ΚΠολΔ πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ τους, αφού πρόκειται για διαφορά ανάμεσα σε συγγενείς εξ αίματος και εξ αγχιστείας του δεύτερου βαθμού, σύμφωνα και με όσα ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό της απόφασης.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ την δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων,

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού στη Θεσσαλονίκη στις 26 Απριλίου 2018, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίασή του χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων αυτών.

Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΕΣΠΑ - επιχειρησιακό πρόγραμμα